DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
επιτελικό υπουργείο line ministry
επιτελώ achieve
επιτελώ effect
επιτηδευμένο ύφος laboured work
επιτηρητής μονάδων ελέγχου circuit supervisor
επιτήρηση invigilation
επιτήρηση καταστάσεως situation monitoring
επιτήρηση πεδίου (ζώνης) μάχης battle zone surveillance
επιτηρώ monitor
επιτίθεμαι attack
επίτιμη επιτροπή committee of honour
επίτιμος γραμματέας honorary secretary
επίτιμος πρόεδρος honorary chairman
επίτιμος πρόεδρος honorary president
επίτιμος πρόξενος honorary consul
επιτόκια της αγοράς market rates
επιτοκιακά ή νομισματικά swap interest-rate and currency swaps
επιτόκιο αναφοράς interest reference rate
επιτόκιο υπερανάληψης overdraft interest
επιτόκιο χρεωστικού υπολοίπου από δικαίωμα υπερανάληψης overdraft interest