DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
ένοικος tenant
ενολοποίηση enolization
ένοπλες δυνάμεις armed forces
ένοπλες δυνάμεις ουδετέρων χωρών third party military force
ένοπλη επίθεση armed attack
Ενοπλη Ισλαμική Ομάδα Armed Islamic Group
ένοπλη σύρραξη armed conflict
Ενοπλο Ισλαμικό Κίνημα Armed Islamic Movement
ένοπλος μη κρατικού φορέα armed non-State actor
ενοποιημένα αποτελέσματα χρήσεως consolidated profit and loss account
Ενοποιημένα συστήματα πληροφορικής γραφείου Integrated Office System
Ενοποιημένη αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή του κράτους δικαίου στο Ιράκ European Union Integrated Rule of Law Mission for Iraq
Ενοποιημένη αποστολή της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την επιβολή του κράτους δικαίου στο Ιράκ EUJUST LEX-IRAQ
ενοποιημένη έκθεση consolidated report
ενοποιημένη κατασκευή και μηχανίκευση μέσω υπολογιστή computer integrated manufacturing and engineering
ενοποιημένη προσέγγιση integrated approach
ενοποιημένο σύστημα διαχείρισης των πόρων Integrated Resource Management System
ενοποιημένος ηλεκτρονικός κατάλογος των οικονομικών κυρώσεων Electronic-Consolidated Targeted Financial Sanctions List
ενοποίηση του ισολογισμού balance-sheet consolidation
ενοποίηση δικτύων integration of networks