Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Transport
(47344 entries)
δίδυμες δεξαμενές ανύψωσης
double locks
δίδυμες δεξαμενές ανύψωσης
twin lock
δίδυμη πασσαλοσανίδα
twin sheet piles
δίδυμη ρυμούλκηση
tandem towage
δίδυμη φορτηγίδα
twin barges
δίδυμοι τροχοί
twinned wheels
δίδυμοι τροχοί
twin wheels
δίδυμος άξονας
double axle
δίδυμος άξονας
tandem axle
δίδυμος ελκυστήρας
tandem tractor
δίδω τη μέγιστη χάρη
remove all slack
διεταιρική αποσκευή
interline baggage
διέγερση εγκαρσίως προς τον άξονα μέτρησης
excitation perpendicular to the measurement axis
διέγερση εγκαρσίως προς τον άξονα μέτρησης
gauging
διέγερση εγκαρσίως προς τον άξονα μέτρησης
real measurement axis
διέγερση καθέτως προς τον άξονα μέτρησης
excitation perpendicular to the measurement axis
διέγερση καθέτως προς τον άξονα μέτρησης
gauging
διέγερση καθέτως προς τον άξονα μέτρησης
real measurement axis
δίεδρος συναρμογή με μίαν έδραν κατακόρυφον και την άλλην επικλινή
broken-back transition
δίεδρος συναρμογή με μίαν έδραν κατακόρυφον και την άλλην επικλινή
dog leg transition
Get short URL