DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
δαπανηρό costly
δαπανηρός costly
δαπανώ spend
δάπεδο ή κατάστρωμα floor or deck
δασικά μέτρα forestry measures
δασικές διαρθρώσεις forestry structures
δασικές οδοί δασικό οδικό δίκτυο forest roads
Δασική Επιτροπή της Εγγύς Ανατολής Near East Forestry Commission
δασικό επίσωτρο forestry tyre
δασικός εξοπλισμός afforestation machinery
δάσκαλος teacher
δάσκαλος του Qigong Qi-Gong master
δάσκαλος του Qigong Qigong master
δασμολογητέα αξία customs value of goods
δασμολογητέα αξία dutiable value
δασμολόγηση; δασμοποίηση tariffication
δασμολογική ποσόστωση tariff rate quota
δασμολόγιο χωρίς διακρίσεις a non-discriminatory customs tariff
δασμός ισοδυνάμου αποτελέσματος' φορολογικό μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος charge having equivalent effect
δασμός κατ' είδος specific tariff