DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject General (36483 entries)
ασυνήθιστη unusual
ασυνήθιστο unusual
ασυνήθιστος unusual
ασυνόδευτο ανήλικο άτομο unaccompanied minor
ασύρματο wireless
ασύρματο σύστημα διερμηνείας με υπέρυθρες ακτίνες wireless infra-red interpreting system
ασύρματος wireless
Ασύρματος Wireless
άσφαιρο φυσίγγι blank cartridge
άσφαιρο φυσίγγι για εργαλείο τοποθέτησης πιρτσινιών blank cartridge for riveting tools
άσφαιρο φυσίγγι για καρφωτικά εργαλεία blank cartridge for riveting tools
άσφαλτος asphalt
άσφαλτος asphaltic bitumen
άσφαλτος οδοστρωσίας asphalt
άσφαλτος οδοστρωσίας asphaltic bitumen
ασφαλτωμένη κεκλιμένη επιφάνεια sloped asphalt pad
ασφάλεια safety
ασφάλεια safety pin
ασφάλεια του πλανήτη global security
ασφάλεια των εργαζομένων safety of workers