Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Chemistry
(22000 entries)
αριστολοχικό οξύ
aristolochic acid
αριστοποίηση
optimisation
αρκιτουμομάβη
arcitumomab
αρμόδια για την αδειοδότηση αρχή
granting authority
αρμόδιες αρχές για τους κανονισμούς REACH και CLP
Competent Authorities for REACH and CLP
αρνητικές φωτοαντιστάσεις
negative photo-resist
αρνητική μήτρα
negative
αρνητική μήτρα
negative matrix
αροφυλλίνη
arofylline
αρσανιλικό οξύ
arsanilic acid
αρσενίτης νατρίου
sodium arsenite
αρσενίτης νατρίου
sodium dioxoarsenate
αρσενίδιο
arsenide
αρσενίδιο του χαλκού
copper arsenite
αρσενική διακλάδωση απαερίων
flue nozzle
αρσενική διακλάδωση απαερίων
flue spigot
αρσενικικό του ασβεστίου
calcium arsenate
αρσενικικό του καλίου
potassium arsenate
αρσενικικό του κοβαλτίου
cobalt arsenate
αρσενικικό του νατρίου
sodium arsenate
Get short URL