DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Medical (121534 entries)
αναπήδησις της καρδιάς κατά την συστολή tipping movement
αναπηδώ αναπήδησα spring
αναπηδώσα ευαισθησία rebound
αναπηρία handicap
αναπηρία impairment
αναπηρία infirmity
αναπηρικό αμαξίδιο wheel chair
αναπηρικό αμαξίδιο wheelchair
αναπηρικό καροτσάκι invalid carriage
αναπηρικό καροτσάκι wheel chair
ανάπηρος invalid
αναπλάθω ανέπλασα regenerate
αναπλάθω ανέπλασα regrow
αναπλαστική μνήμη elaborative memory
αναπλαστικό αστροκύτωμα anaplastic astrocytoma
αναπλαστικό γλοίωμα anaplastic glioma
αναπλαστικό καρκίνωμα anaplastic carcinoma
αναπλαστικό κύτταρο anaplastic cell
αναπλαστικό ολιγοδενδρογλοίωμα anaplastic oligodendroglioma
αναπλαστικό σεμίνωμα anaplastic seminoma