DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Earth sciences (17974 entries)
άμεση μέτρηση direct method of measurement
άμεση συμπίεση indirect displacement
άμεση ψύξη direct expansion refrigeration
άμεση ψύξη direct system of refrigeration
άμεσο φωτοερμηνευτικό κλειδί direct key
άμεσος ηλιακός φωτισμός direct sunlight
άμεσος κύκλος ατμού direct steam cycle
αμμοθίνα ενδοχώρας continental dune
αμμοθίννες dune
αμμόλοφος dune
αμμόλοφος,θίνα dune
άμμος ειδική για καλούπια moulding sand
άμμος λίγο ως πολύ αργιλλώδης που συνήθως προέρχεται από την αποσάθρωση του γρανίτη arena
αμμοσύρτη σε μικρό βάθος sand bank which is slightly covered by seawater all the time
αμοιβαία επαγωγή mutual induction
αμοιβαία επαγωγή mutual inductance
αμοιβαίες ανακλάσεις interflection
αμοιβαίες ανακλάσεις interreflection
αμοιβός ασφάλεια spare fuse
άμορφο πυρίτιο πλούσιο σε σίδηρο iron-rich amorphous silica