Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Metallurgy
(12978 entries)
αέρια χρησιμοποιούμενα για τον ψεκασμό
gases used for spraying
αεριαγωγός υψικαμίνου
blast furnace gas main
αερίζω την άμμο
aerate the sand
αερίζω την άμμο
break up the sand
αερίζω την άμμο
cut sand
αέριο απανθράκωσης
decarburizing gas
αέριο καύσιμο
fuel gas
αέριο προστασίας
protective gas
αέριο πρόσθετο
secondary gas
αέριο συλλίπασμα
gaseous flux
αέριο υψικαμίνου
top gas
αέριο υψικαμίνων
top gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
BOS gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
LD gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
basic oxygen furnace gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
converter BOF gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
converter gas
αέριο υψικαμίνων χάλυβα με εμφύσηση οξυγόνου
oxygen steel furnace gas
αέριο ψεκασμού
propelling gas
αεριοαγωγός
gas pipe line
Get short URL