DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Electronics (30466 entries)
αγωγός ρεύματος line current
αγωγός ρεύματος mains current
αγωγός συγκεντρικών στρώσεων concentric-lay cable
αγωγός συγκεντρικών στρώσεων concentric-lay conductor
αγωγός σύντηξης press lead
αγωγός σύντηξης seal wire
αγωγός σύνδεσης της πηγής source lead
αγωγός υποδοχής drain lead
αγωγός φάσης switch-leg
άδεια προς εκτέλεση εργασιών issuing of permit to work
αδελφοποίηση μεταξύ επιχειρήσεων twinning arrangement between operators
αδιατάρακτη πλευρική ζώνη undisturbed sideband
αδιαβατική αμετάβλητη adiabatic invariant
αδιαβατική σταθεροποίηση adiabatic stabilization
αδιάβροχο καλώδιο water-blocked cable
αδιάκοπη εκπομπή φέρουσας non-interrupted carrier emission
αδιάλειπτη ισχύς firm power
αδιάλειπτη υπηρεσία μεταφοράς firm transmission service
αδιαμόρφωτη φέρουσα unmodulated carrier
αδιαμόρφωτο κύμα unmodulated wave