DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Agriculture (35717 entries)
υδάτινο στρώμα water sheet
υδατοδιαλυτό λίπασμα water-soluble fertilizer
υδατοκαλλιέργεια που καλύπτει το παραθαλάσσιο συγκρότημα lagoon aquaculture
υδατοκαλλιεργητική εκμετάλλευση aquaculture farm
υδατοκαλλιεργητική εκμετάλλευση farm
υδατοκαλλιεργητική εκμετάλλευση fish farm
υδατοστεγανή πόρτα watertight door
υδατοστεγανή πόρτα bulkhead door
υδατοστεγανή υποδιαίρεση watertight compartmentation
υδατοστεγανή υποδιαίρεση watertight subdivision
υδατοστεγανή φρακτή watertight bulkhead
υδατοστεγανό διάφραγμα watertight bulkhead
υδατοστεγανότητα watertight integrity
υδατοστεγανότητα σε περίπτωση κακοκαιρίας weathertight integrity
υδατοστεγανός watertight
υδατοστεγής watertight
υδατοστεγής ενίσχυση waterproof fitting
υδατοστεγής θύρα bulkhead door
υδατοστεγής πόρτα με γιγγλυσμό hinged watertight door
υδατοστεγής πόρτα με μεντεσέδεςκν. hinged watertight door