DictionaryForumContacts

   Greek English
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   <<  >>
Terms for subject Nuclear and fusion power (215 entries)
ρωγμή από διάβρωση υπό συνθήκες έντασης stress corrosion cracking
στοιχείο εκτάκτου ανάγκης για τον έλεγχο της αντιδραστικότητας safety element
στοιχείο εκτάκτου ανάγκης για τον έλεγχο της αντιδραστικότητας safety member
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου αυξημένου εμπλουτισμού seed
στοιχείο πυρηνικού καυσίμου αυξημένου εμπλουτισμού spike
στρατηγική αναφοράς για τον παροπλισμό reference strategy for decommissioning
σήμα συναγερμού κρισιμότητας criticality alarm
σκεδαστής divertor
συλλέκτης head
συμβατικό τμήμα πυρηνικής εγκαταστάσεως ηλεκτροπαραγωγής conventional portion of the nuclear power plant
Συμβουλευτική επιτροπή για την επιτήρηση και τον έλεγχο των αποστολών ραδιενεργών αποβλήτων μεταξύ κρατών μελών καθώς και προς και από την Κοινότητα Advisory Committee on the supervision and control of shipments of radioactive waste between Member States and into and out of the Community
Συντονιστική επιτροπή Ευρατόμ-Ρωσίας (συνεργασία στον τομέα της πυρηνικής ασφάλειας) Euratom-Russia Coordinating Committee (cooperation in the field of nuclear safety)
Συνθήκη για την απαγόρευση παραγωγής σχάσιμων υλικών. Fissile Material Cut-off Treaty
σύστημα αφαίρεσης καυσίμου αντισεισμικά ασφαλές seismically qualified extraction system
σύστημα εγκλωβισμού και επιτήρησης Ε/Ε C/S
σύστημα εγκλωβισμού και επιτήρησης Ε/Ε containment and surveillance
συσκευασμένα απόβλητα waste package
σφαιρικό στοιχείο καυσίμου instrumented spherical fuel element
σφράγισμα οπτικών ινών fibre optic seal
σφραγισμένη εγκατάσταση sealed facility