Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
English
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω Ϊ
<<
>>
Terms for subject
Forestry
(3099 entries)
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου
crown
κορυφή δένδρου,στεφάνη δένδρου,κώμη δένδρου
tree canopy
κορυφολόγημα
pollarding
κόστος μεταφοράς
cost of transport
κόστος συγκομιδής
logging cost
κόστος υλοτομίας
felling cost
κόστος υλοτομίας
cutting cost
κόστος χρόνου διακοπής
downtime cost
κόστος, ασφάλεια, ναύλος
cost, insurance and freight
κούτσουρο
log
κούτσουρο
stool
κουάκερ
porridge
κουκουνάρα
cone
κουρεμένος
waned
κουρεμένος
trimmed
κούρμπα
curve
κοχλίας allen
cap screw
κοχλίας allen
allen screw
κοχλίας στερέωσης
grub screw
κοχλιοτρύπανο για διάνοιξη οπής φύτευσης φυτών
plant hole auger
Get short URL