DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ   <<  >>
Terms for subject Politics (3267 entries)
το δικαίωμα αναφοράς των πολιτών the right of individuals to petition
το έγγραφο 9999/99 δεν πρέπει να φέρει τον χαρακτηρισμό "LIMITE" Document 9999/99 should not bear the distribution marking "LIMITE"
Το έγγραφο πρέπει να φέρει την ένδειξη "LIMITE" Document 9999/99 should bear the distribution marking "LIMITE"
το Κοινοβούλιο του Βασιλείου της Σουηδίας Swedish Parliament
το Κοινοβούλιο συνέρχεται αυτοδικαίως Parliament shall meet without requiring to be convened
το πνεύμα του Aartselaar; το πνεύμα του ´Αρτσελααρ spirit of Aartselaar
το πρώτο στάδιο παρατείνεται αυτομάτως για ένα έτος the first stage shall automatically be extended for one year
το σταθερό στοιχείο της επιβαρύνσεως the fixed component of the charge
το Συμβούλιο ενεργεί ως νομοθέτης the Council acts in its legislative capacity
Το Συμβούλιο συνέρχεται κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου του με πρωτοβουλία αυτού του ιδίου, ενός από τα μέλη του ή της Επιτροπής the Council shall meet when convened by its President on his own initiative or at the request of one of its members or of the Commission
το Συμβούλιο, συνερχόμενο σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων the Council meeting in the composition of the Heads of State or Government
τοιχείο από μπεντονίτη - μπεντονιτικό τοιχείο bentonite wall
τοιχείο από μπεντονίτη - μπεντονιτικό τοιχείο slurry wall
τόξο των ΄Αλπεων Alpine region
τόξο γύρω από τις ΄Αλπεις peri-Alpine region
τοπική αυτοδιοίκηση local self-government
τοπική πρωτοβουλία απασχόλησης local employment initiative
τοπική συμφωνία για την απασχόληση Territorial Employment Pact
τοπικός υπεύθυνος ασφαλείας Local Security Officer
τοποθέτηση των δικαστών στα τμήματα attachment of Judges to the Chambers