Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Finnish
⇄
Greek
B
D
E
H
I
J
K
L
M
N
O
P
R
S
T
U
V
Y
Ä
<<
>>
Terms for subject
Labor law
(961 entries)
edetä uralla
καταλαμβάνω μία ανώτερη θέση
edetä uralla
προβιβάζομαι
ehdollinen palkkio
αμοιβή εξαρτώμενη από τα αποτελέσματα
ehdollinen palkkio
υποχρέωση αμοιβής εφόσον συμβεί κάποιο γεγονός
ehkäisy
πρόληψη
eläkesäätiö
ταμείο σύνταξης
eläkkeelle siirtäminen
συνταξιοδότηση
eläkkeelle siirtäminen yksikön edun vuoksi
της απομακρύνσεως από τη θέση προς το συμφέρον της υπηρεσίας
eläkkeelle siirtyminen
συνταξιοδότηση
eläkkeelle siirtyminen
χορήγηση σύνταξης
ensi kertaa työmarkkinoille tuleva
ο αναζητών πρώτη εργασία
ensimmäinen konemestari
πρώτος μηχανικός
epätyypillinen työ
άτυπη απασχόληση
epätyypillinen työ
άτυπη εργασία
eristyneisyydessä tehtävä työ
εξατομικευμένο εργασιακό περιβάλλον
eristyneisyydessä tehtävä työ
κοινωνικά απομονωμένο εργασιακό περιβάλλον
etäharjoittelu
τηλετοποθέτηση
eteerinen öljy
αιθέρια έλαια
Euroopan elin- ja työolojen kehittämissäätiön hallintoneuvosto
Διοικητικό Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής και εργασίας
Euroopan koordinointitoimisto
Ευρωπαϊκό Γραφείο Συντονισμού
Get short URL