DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U V W X Y Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Metallurgy (6661 entries)
putken pursotus διέλαση σωληνοειδούς διατομής
putkenleikkauspoltin φλογοκόπτης αποκοπής σωλήνων
putkentaivutuskoe καθοδηγούμενη δοκιμή κάμψεως της ρίζας της συγκολλήσεως
putkimainen polttoleikkauspuikko διάτρητο ηλεκτρόδιο
putkimainen polttopeitsi φλογοβόλος αυλός απλού σωλήνα
putkiporaaminen διάτρηση με υπολειπόμενο πυρήνα
putlarauta χάλυβας διαμόρφωσης
putlarauta σίδηρος διαμόρφωσης
putlateräs χάλυβας διαμόρφωσης
putlateräs σίδηρος διαμόρφωσης
puuhiiliharkkorauta αργός σίδηρος από ξυλάνθρακα
puuroalue περιοχή στερεοποίησης
puuroalue περιοχή πήξης
puuterointi στοκάρισμα
pyälletty mutteri περικόχλειο αντίχειρα
pyälletty mutteri περικόχλιο χειρός
pyältäminen χαράκωση
pylväsjohteinen leikkain καθοδηγητικοί ορθοστάτες
pylväsjohteinen työkalu καθοδηγητικοί ορθοστάτες
pylväsohjainrunko πλαίσιο ορθοστατών καθοδήγησης