DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U V WY Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Economy (10113 entries)
lyhytmuotoinen päätös Συνοπτική απόφαση
lyhyttavara ψιλικά
lypsylehmä γαλακτοπαραγωγός αγελάδα
maa, joka on siirtymässä markkinatalouteen χώρα που διέρχεται μεταβατική περίοδο προς την οικονομία της αγοράς
maa, joka on siirtymässä markkinatalouteen χώρα σε μεταβατικό στάδιο
maa, joka on siirtymässä markkinatalouteen χώρα υπό μετασχηματισμό
maa, joka on siirtymässä markkinatalouteen χώρες που βρίσκονται σε στάδιο μετάβασης
maa- ja kivilajit ορυκτά και πετρώματα
maa-alueen arvo πάγιον κεφάλαιον
maa-alueiden uusjako αναδασμός
maaekosysteemi χερσαίο οικοσύστημα
maahanmuutto είσοδος μεταναστών
maahanmuutto- ja turvapaikkarahasto Ταμείο ασύλου, μετανάστευσης και ένταξης
maahuolinta υπηρεσίες εδάφους
maailma παγκόσμιο σύνολο,γενικό σύνολο
Maailman eläintautijärjestö Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων
Maailman elintarvikeohjelma παγκόσμιο επισιτιστικό πρόγραμμα
Maailman henkisen omaisuuden järjestö Παγκόσμια Οργάνωση Πνευματικής Ιδιοκτησίας
Maailman ilmatieteellinen järjestö Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός
Maailman kauppajärjestö Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου