DictionaryForumContacts

   Finnish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S Š T U VX Y Z Ž Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Technology (4970 entries)
jännityksen keskittymiskerroin συντελεστής συγκέντρωσης τάσεων
jännityksensäätölaite μηχανισμός τάνυσης
jännityksensäätölaite έλεγχος τάνυσης
jännityksensäätölaitteisto κύλινδρος μεταβλητής τάνυσης
jännityksensäätölaitteisto ράγιες μεταβλητής τάνυσης
jännityksensäätövalssit ράγιες μεταβλητής τάνυσης
jännityksensäätövalssit κύλινδρος μεταβλητής τάνυσης
jännityksentasauslaite αντισταθμιστής τάνυσης
jännitysanalyysi υπολογισμός των τάσεων
jännitysjakauma διανομή τάσεων
jännitysjakauma κατανομή τάσεων
jännitysmittari τασόμετρο
jännityssuhde λόγος τάσεων
järjestelmäreservi εφεδρεία συστήματος
järjestelmässä tarvittava reservi εφεδρεία συστήματος
jarrutuskoe sähkövaakakoneella δυναμομετρική πέδηση
jatkos σημείο συγκόλλησης
jatkostus ένωση
jatkuvatoiminen kankaanrullauskone μηχανή τυλίγματος σε ρόλο με ατέρμονα ιμάντα
jatkuvatoiminen leveäpesukone μηχανή συνεχούς πλυσίματος υφάσματος ανοιχτού πλάτους