DictionaryForumContacts

   
A D E F H I J K L M N O P R S T U V Y   <<  >>
Terms for subject Employment (235 entries)
osakeoptiojärjestelmä δικαίωμα σε υπαλλήλους να αγοράσουν μετοχές του εργοδότη σε προκαθορισμένη τιμή
Päätoiminen opiskelu σχολική φοίτηση πλήρους ωραρίου
Pakkolomautus διαθεσιμότητα
Palkallinen päätyö αμειβόμενη κύρια εργασία
Palkaton avustava perheenjäsen μη αμειβόμενα συμβοηθούντα μέλη οικογενειακών επιχειρήσεων
Palkaton loma άδεια χωρίς αποδοχές
palkaton työ μη αμοιβόμενη απασχόληση
palkaton työ μη αμοιβόμενη εργασία
Palkinto αμοιβή
palkkatyö αμειβόμενη εργασία
Palkkatyö μισθωτή απασχόληση
Pätemättömyys αναπηρία
perhesyistä myönnetty loma άδεια για οικογενειακούς λόγους
Perusteeton irtisanominen καταχρηστική απόλυση
pidättäminen διατήρηση
pidättyminen διατήρηση
Pidennetty loma άδεια μακράς διαρκείας
Pienet ja keskisuuret yritykset μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Psykologinen sopimus ψυχολογικό συμβόλαιο
Puoliammattimies ημι-ειδικευμένος εργάτης