DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V Y   <<  >>
Terms for subject Energy industry (1199 entries)
kansallinen energiatehokkuussuunnitelma εθνικό σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση
kantaverkkoyhtiö φορέας εκμετάλλευσης των συστημάτων μεταφοράς; διαχειριστής συστήματος μεταφοράς' διαχειριστής δικτύου μεταφοράς
kaplanturpiini στρόβιλος Kaplan
kaplanturpiini στρόβιλος με έλικες με προσανατολιζόμενα πτερύγια
kapselointi ενσωμάτωση σε περίβλημα
kasvihuoneperiaatteella toimiva aurinkotislaaja ηλιακóς αποστακτήρας τÙπου θερμοκηπíου
kasvihuoneperiaatteella toimiva aurinkotislaaja συσκευή αφαλάτωσης τÙπου θερμοκηπíου
katalyyttinen krakkaus καταλυτική πυρόλυση
katkeamaton tehonsyöttö τροφοδοτικό αδιάκοπης παροχής
katkeamaton tehonsyöttö τροφοδοτικό αδιάλειπτης παροχής
katkeamattoman tehonsyötön teholähde τροφοδοτικό αδιάλειπτης παροχής
katkeamattoman tehonsyötön teholähde τροφοδοτικό αδιάκοπης παροχής
katolle asennettu aurinkokerääjä επíστεγος συλλέκτης
kattila λέβητας
kattilahiili άνθρακας ατμοπαραγωγής
kaukoenergiajärjestelmä περιοχικό ενεργειακό σύστημα
kaukojäähdytys αστική διανομή ψύχους
kaukojäähdytys τηλεψύξη
kaukolämmitys αστική θέρμανση
kaukolämmitys θέρμανση αστικών περιοχών