DictionaryForumContacts

   
B D E H I J K L M N O P R S T U V Y Ä   <<  >>
Terms for subject Labor law (961 entries)
itsenäinen taloudellinen toiminta ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα
jäädä pois työstä απουσιάζω
jatkuvavirtauksinen happilaitteisto συσκευή συνεχούς ροής οξυγόνου
jousivaroventtiili βαλβίδα ασφάλειας με ελατήριο
joustava työaika ελαστικότητα ωραρίου εργασίας
joustava työaika ευελιξία του χρόνου εργασίας
joustava työaika ευελιξία των ωρών εργασίας
joustava työaikajärjestely ευέλικτη διαχείριση του χρόνου εργασίας
joustava työmuoto ευέλικτο σχήμα απασχόλησης
joustavammat työajat ελαστικότητα του ωραρίου απασχόλησης
joutuisuuden määritys εκτίμηση της απόδοσης
joutuisuuden määritysasteikko βαθμολογική κλίμακα
joutuisuuden määritysasteikko κλίμακα εκτίμησης
julkinen työnvälitys δημόσια υπηρεσία απασχόλησης
kaksivuorotyö εργασία σε δυο βάρδιες
kaksoisohjaus διπλός έλεγχος
kaksoisura οικογένεια διπλής σταδιοδρομίας
Kanadan työläisten kongressi Οργάνωση Εργαζομένων του Καναδά
Kanadan työväenliitto Καναδική Ομοσπονδία Εργαζομένων
Kansainvälinen työtoimisto ΔΓE