Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Norwegian Bokmål
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Æ Ø Å
<<
>>
Terms for subject
Environment
(6396 entries)
oljeboring
γεώτρηση για την εξεύρεση πετρελαίου
oljeboring til havs
γεώτρηση πετρελαίου ανοικτής θαλάσσης
oljeflak
πετρελαιοκηλίδα
oljeforbruk
κατανάλωση πετρελαίου
oljeproduksjon
παραγωγή πετρελαίου
oljesøl
πετρελαιοκηλίδα
oljesøl
απόρριψη πετρελαίου
oljetanker
πετρελαιοφόρο
oljetanker
δεξαμενόπλοιο
omdanning av krigsmateriell
μετατροπή του
των
οπλισμού
omdanning av krigsmateriell
μετατροπή τουτων οπλισμού
område
(generelt)
περιοχή εξαπλώσεως
område med ren luft
περιοχή καθαρού αέρα
områderehabilitering
αποκατάσταση
(της)
τοποθεσίας
områdetype
διάταξη γαιών
områdetype
προετοιμασία
områdevern
προστασία
(της)
τοποθεσίας
omvendt osmose
ανάστροφη ώσμωση
Onchocerca volvulus
ογχοκερκίαση
onkologi
ογκολογία
Get short URL