Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
Mechanic engineering
(22491 entries)
abdichten
στεγανοποιώ
Abdichthuelse
μανδύας μονώσεως μπουζονιού σφραγίσματος
Abdichtung
σύνδεση στεγανοποίησης
Abdichtung
άρμωση
Abdichtung
μοντάρισμα
Abdichtung
σύνδεση
Abdichtung der Tuer
στεγανοποίηση πόρτας
Abdichtungsring
στεγανοποιητικός δακτύλιος
Abdichtungstafel
πλάκα στεγανοποίησης
Abdrückmutter
περικόχλιο με πέλμα
Abdrückschraube
κοχλίας ανύψωσης
Abdrückschraube
κοχλίας εξολκής
Abdruecken
έλεγχος πίεσης
Aberdeen-Pumpe
υποβρύχια αντλία
Abfall-Charakteristik
χαρακτηριστική καμπύλη πτώσεως
Abfälle konditioniert in Matrix
ενσωμάτωση των αποβλήτων σε πλέγματα
abfallen der Laufkette
θραύση αλυσίδας
abfallen der Laufkette
διακοπή συνέχειας αλυσίδας
Abfallfass
βαρέλι οριστικής αποθέσεως
Abfanggabel
κραδαντήρ αλιεύσεως
Get short URL