Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü
ß
<<
>>
Terms for subject
Transport
(42679 entries)
oeffentliche Personenbefoerderung
δημόσια μεταφορά επιβατών
Oeffnung fuer den Oelmessstab
οπή του δείκτη λαδιού
oeffnungswinkel des Rueckstrahlers
γωνιακό άνοιγμα του αντανακλαστήρα
Oeffnungswinkel eines Sektors
εύρος τομέα
Oehringdraht
συρματόσχοινο δεύτερης άγκυρας
oekonomische Geschwindigkeit
οικονομική ταχύτητα
Oel bunkern
αποθηκεύω πετρέλαιο
Oelabstrefring
ελατήριο απόξεσης
Oelbehaelter
δεξαμενή λαδιού
Oeldruckkraftbremse
υδροπνευματική πέδη
Oelfaenger
στραγγιστήρι
Oelfernleitung
πετρελαιαγωγός
oelkuehler
εναλλάκτης θερμότητας του λαδιού
oelkuehler
ψυγείο λαδιού
Oellagerung
αποθήκευση πετρελαίου
Oellagerung
αποθήκευση σε δεξαμενή
Oeltanker
δεξαμενόπλοιο
Oeltanker
πετρελαιοφόρο
Oeltanker
τάνκερ
Oelzentrum
πετρελαϊκό κέντρο
Get short URL