Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
Environment
(17443 entries)
Trassierung
ευθυγράμμιση
Trassierung
χάραξη
treibende Kraft
Κινητήρια δύναμη
Treibgas für Aerosole
προωστικό αέριο
(φιάλης)
αεροζόλ
Treibgas für Aerosole
προωθητικό αέριο
(φιάλης)
αεροζόλ
Treibgas für Aerosole
προωθητικό αεροζόλ
Treibgut
επιπλέοντα απορρίμματα
Treibhauseffekt
φαινόμενο του θερμοκηπίου
Treibhauseffekt
φαινóμενο θερμοκηπíου
Treibhauseffekt
Υπερθέρμανση του πλανήτη
Treibhauseffekt-Potential
επίδραση του φαινομένου του θερμοκηπίου
Treibhauseffekt-Potential
σταδιακή αύξηση
Treibhauseffekt-Potential
Υπερθέρμανση του πλανήτη
Treibhausgas
αέριο
(που προκαλεί το φαινόμενο)
του θερμοκηπίου
Treibhausgas
αέριο του θερμοκηπίου
Treibhausgasemissionsgenehmigung
άδεια εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου
Treibhausgasemissionsintensität
ένταση εκπομπών
Treibhausgasemissionsintensität
ένταση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
Treibhausgasemissionszertifikat
δικαίωμα εκπομπής αερίων θερμοκηπίου
Treibhausgasintensität
ένταση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
Get short URL