Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
General
(24000 entries)
robustes Mandat
στιβαρή εντολή
Roesten
ψήσιμο
rohes Glyzerin
γλυκερίνη ακάθαρτος εκ ζυμώσεως
σαπωνοποίησις δι'ενζύμων
Rohöl-Tank
δεξαμενή πετρελαίου
Rohrfedermanometer
πιεσόμετρο Βourdon
Rohrleitungsmaterial für das Gas darf nicht mehr als 63 Prozent Kupfer enthalten
το υλικό των σωληνώσεων για αυτό το αέριο δεν πρέπει να περιέχει πάνω από 63 επί τοις εκατό χαλκό
rohrmaterial
σωληνοειδή υλικά
Rohrnetz
υδροδοτικό σύστημα
rohrschleuse
λιπαντήρας
rohrschlitzer
εγκοπέας σωλήνων
Rohrstutzen
γωνία ακροφυσίου
Rohrstutzenabsaugung
άμεση αναρρόφηση
Rohrwaffen-Lenkgeschoss
κατευθυνόμενο βλήμα που βάλλεται από πυροβόλο
Rohrwaffen-Lenkgeschoß
κατευθυνόμενο βλήμα που βάλλεται από πυροβόλο
Rohrwaffenrichtgerät
εξοπλισμός σκόπευσης
Rohstoffkontrolle
έλεγχος πρώτων υλών
Rohtabak
ακατέργαστος καπνός' καπνά
Rohübersetzung
αυτόματη μετάφραση
Rolle der einzelstaatlichen Parlamente in der Europäischen Union
ρόλος των εθνικών Κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή'Ενωση
Rollenhalter
φορέας κυλίνδρου
Get short URL