Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
Y
Z
ß
<<
>>
Terms for subject
Transport
(42679 entries)
Flugzeug, das mit einem Kopiloten betrieben werden muss
αεροπλάνο που απαιτείται να ίπταται με συγκυβερνήτη
Flugzeug-Einwinken
καθοδήγηση αεροσκάφους από σηματωρό
Flugzeug-Platzeinweisung
επιμέλεια της πτήσης
Flugzeug-Treibstoffanlage
σύστημα καυσίμου αεροσκάφους
Flugzeugabfertigungsanlage
σύστημα συντήρησης του αεροσκάφους
Flugzeugabstellfläche
χώρος στάθμευσης
Flugzeugabstellfläche
χώρος στάθμευσης αεροσκαφών
Flugzeugaustausch
αντικατάσταση αεροσκάφους
Flugzeugbau
αεροναυτικός σχεδιασμός
Flugzeugbaureihe
παραλλαγή αεροπλάνου
Flugzeugbeleuchtung
φώτα πτητικής λειτουργίας αεροπλάνου
Flugzeugbericht
έκθεση βάρους αεροσκάφους
Flugzeugbesatzung
ιπτάμενο προσωπικό ; πλήρωμα πτήσεως
flugzeugbezogene Betriebsunterlagen
θέματα πτητικής λειτουργίας αεροπλάνου
Flugzeugbordbuch
τεχνικό ημερολόγιο αεροσκάφους
Flugzeuge des Kapitels 2
αεροπλάνο που περιγράφεται στο κεφάλαιο 2
Flugzeuge im Warteraum
στίβαγμα
Flugzeuge im Warteraum
συσσώρευση
Flugzeugentführung
υφαρπαγή αεροσκάφους
Flugzeugfangkabel
συρματόσχοινο ανάσχεσης αεροσκάφους με άγκιστρο
Get short URL