DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Environment (17443 entries)
Einfamilienhaus κατοικία μονογονεϊκής οικογένειας
Einfangen παγίδευση
Einfangen τοποθέτηση παγίδων
Einfangen παγίδευση/τοποθέτηση παγίδων
Einfluss-Reaktionsschema διάγραμμα πίεσης-αντίδρασης
Einfuhr εισαγωγή
Einführung von Pflanzenarten εισαγωγή φυτικού είδους
Einführung von Tierarten εισαγωγή ζωικού είδους
Einführungsseminar Εναρκτήριο σεμινάριο
eingetragener Standort καταχωρημένος χώρος δραστηριότητας
Eingraben ταφή
Eingrenzen des Feuers ελέγχω πυρκαγιά
Eingriff in die Raumordnung περιοχή παρέμβασης στο πλαίσιο της διαχείρισης γαιών
Eingriff in Natur und Landschaft επέμβαση στη φύση και (σ) τοπίο
Eingriff in Natur und Landschaft επέμβαση στη φύση και στο τοπίο
Eingriff in Natur und Landschaft επέμβαση στη φύση και (στο τοπίο)
einheimische Art ιθαγενή είδη (ζώων ή φυτών)
Einheimische Technologie εγχώρια τεχνολογία
Einheimisches Wissen εγχώρια γνώση
einheitliches System für die Umweltbeobachtung, -überwachung und -berichterstattung Ενοποιημένο εθνικό σύστημα παρατήρησης, ελέγχου και πληριφοριών για την κατάσταση του περιβάλλοντος