DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
absolute Einheit απόλυτος μονάδα
absolute Sauberkeit τηρείτε αυστηρά τους κανόνες υγιεινής
Absorbentie απορροφητική σύνθεση
Absorber απορροφητήρας
Absorber platine απορροφητήρας
Absorbersteuerung έλεγχος με απορρόφηση
absorbierendes Material απορροφητικό υλικό
absorbierte Dosis κατακρατηθείσα δόση
Absorptionskante ασυνέχεια απορρόφησης
Absorptionslösung απορροφητική ουσία
Absorptionslösung απορροφητικό διάλυμα
Absorptionslösung μικροπλυντρίδα
Absorptionsmittel μικροπλυντρίδα
Absorptionsmittel απορροφητικό διάλυμα
Absorptionspatrone απορροφητικό φυσίγγιο
Absorptionspatrone φυσίγγιο
Absorptionsvermoegen απορροφητικότητα
Abstammungsbescheinigung πιστοποιητικό καταγωγής
Abstammungsbeweis πιστοποιητικό καταγωγής
Abstammungsgemeinschaft κοινότητα καταγωγής