DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
flexible Fertigungsstätte ευέλικτο αυτοματοποιημένο εργαστήριο
flexible Fertigungsstätte ευέλικτο εργαστήριο
flexible Reaktion προσαρμοσμένη απάντηση
flexible Reaktion εύλικτη απόκριση
flexible Reaktion κλιμακωτή ανταπόδοση
Flexion κλίση
fliegende Bombe ιπτάμενη βόμβα
fliegende Vermessung χαρτογράφηση σε εξέλιξη
fliegendes Waffeneinsatzsystem σύστημα βολής φερόμενο επί αεροσκάφους
Fliegerarzt αεροϊατρικός εξεταστής
Fliegerbombe βόμβα που ρίπτεται από αεροπλάνο
Fliegerleittrupp ομάδα επαφής-ελέγχου αεροπορικού πυρός
Fliehgewicht βάρος
Fliehgewicht φορτίο
Fliese πλάκα επένδυσης δαπέδου
Fließen,Schütteln,o.ä.kann zu elektrostatischer Aufladung führen ως αποτέλεσμα ροής,αναταραχής,κτλ.,μπορεί να παραχθούν ηλεκτροστατικά φορτία
Fliessmittel υγρό διάχυσης
Fließspuren σημάδια ροής
floezbrand ανάφλεξη φλεβικού κοιτάσματος
Flotation αέρια κοπριάς