DictionaryForumContacts

   German Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W XZ Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
für die Einreise verantwortliche vertragspartei συμβαλλόμενο μέρος αρμόδιο για την είσοδο
für Disziplinarsachen geltende Verfahrensvorschriften πειθαρχική διαδικασία
für Europafragen zuständiger Ausschuss des dänischen Parlaments επιτροπή του δανικού κοινοβουλίου αρμόδια για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις
für Fachfragen zuständiger Berater der NATO κύριος σύμβουλος του ΝΑΤΟ
für strukturpolitische Maßnahmen in Betracht kommendes Gebiet περιοχή επιλέξιμη για διαρθρωτική παρέμβαση
Furchtsamkeit ανησυχία
Furchtsamkeit προκαταβολικός φόβος
Fureira Φούτζερα
Fusion συγχώνευση δι'απορροφήσεως
Fusionskraftwerk αντιδραστήρας σύντηξης
Fußboden und verunreinigte Gegenstände mit...reinigenMaterial vom Hersteller anzugeben Σ40
Fußboden und verunreinigte Gegenstände mit...reinigenMaterial vom Hersteller anzugeben για τον καθαρισμό του πατώματος και όλων των αντικειμένων που έχουν μολυνθεί απ αυτό το υλικό χρησιμοποιείτε...το είδος καθορίζεται από τον κατασκευαστή
Fussstueck ακροφύσιον του πυθμένος
Futterautomat αυτόματη ταίστρα
Futterbereiter und Kombinierte Maschinen πολυδύναμος εξοπλισμός και συνδυασμός μηχανών για την παρασκευή πρώτων υλών τροφίμων
Futtermittel κτηνοτροφές
Futtermittel-Ausgangserzeugnis πρώτη ύλη ζωοτροφών
Futtermoehre κτηνοτροφικό καρότο
Futterpresslinge συμπυκνώματα
Futterungsgeräte und Tränken εξοπλισμός ποτίσματος και τροφοδοσίας