Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
German
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ä Ö Ü ß
<<
>>
Terms for subject
Environment
(17443 entries)
Bundesstelle für Umweltfragen
Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Περιβάλλοντος
Bundesumweltbehörde
Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος
Bundesumweltbehörde
Υπηρεσία για την Προστασία του Περιβάλλοντος
Bunker-Beschickungsschurre
κεκλιμένη χοάνη τροφοδοσίας
Bürger
πολίτης
Bürgerbeteiligung
συμμετοχή του δημοσίου
Bürgerbewußtstein
πολιτική συνείδηση
Bürgerinitiative
πρωτοβουλία πολιτών
Bürgerinitiative
ομάδα δράσης
Bürgerrechte
δικαιώματα του πολίτη
Burgunderbrühe
(Kupfersodabrühe)
βουργούνδιος πολτός
Büro
γραφείο
Bürokratisierung
γραφειοκρατικοποίηση
Bürostudie
δευτερογενής
(επιτελική)
μελέτη
Bürsten-Belüftung
αερισμός με μεταλλικές περιστροφικές ψήκτρες
Bürsten-Belüftung
αερισμός με περιστροφικές σβούρες
Bürstenwalze
σβούρα αερισμού
Bürstenwalze
μηχανική ψήκτρα αερισμού
Busbahnhof
σταθμός λεωφορείων
Buschlichtung
εκθάμνωση
Get short URL