DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV WY Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Insurance (2733 entries)
Wiederauffüllungsprämie ασφάλιστρα αποκατάστασης
Wiederaufleben der Rente επαναχορήγηση σύνταξης
Wiederaufleben eines Leistungsanspruchs ανάκτηση δικαιώματος παροχών
Wiederaufnahme ruhender oder entzogener Leistungen επανάληψη της χορηγήσεως των παροχών μετά από αναστολή ή κατάργηση
Wiedererlangung eines Leistungsanspruchs ανάκτηση δικαιώματος παροχών
Wiedergutmachungsanspruch απόλαυση του δικαιώματος για επανόρθωση της ζημίας
Wiedergutmachungsanspruch απόλαυση του δικαιώματος για αποζημίωση
Wiedergutmachungsanspruch απόλαυση του δικαιώματος για επανόρθωση
Wiederinstandsetzungskosten έξοδα αποκατάστασης
wiederkehrende Leistungen περιοδικές παροχές αποζημιώσεων
wirkliche Prämie αληθινό ασφάλιστρο
wirksame Klausel όρος του ασφαλιστηρίου που περιγράφει το είδος της κάλυψης
wirtschaftliche Bedürfnisse des Marktes οικονομικές ανάγκες της αγοράς
Witwen- und Witwerrente σύνταξη χήρας και χήρου
Witwengeld σύνταξη του επιζώντος συζύγου
Witwengeld σύνταξη χήρας
Witwenrente σύνταξη χήρας
Witwenrente σύνταξη του επιζώντος συζύγου
Wohlfahrtseinrichtungen κοινωφελής υποδομή
wohlhabende Länder σχετικά πλούσια χώρα