DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Chemistry (20743 entries)
Na4P2O7 ουδέτερο πυροφωσφορκό νάτριο
Nabam ναμπάμ
Nach Gebrauch … gründlich waschen. Πλύνετε … σχολαστικά μετά το χειρισμό.
Nachbearbeiten βιομηχανική κατεργασία
nachbehandeltes Pigment προκατεργασμένο πιγμέντο
Nachbeschuettung τροφοδοσία στο μύλο
Nachchargieren ανάδευση
nacheinander geschalteter Reihenvorgang διαδικασία εν σειρά
nacheinander geschalteter Reihenvorgang αλυσιδωτή διαδικασία
Nacheinanderschalten αλυσιδωτή διαδικασία
Nacheinanderschalten διαδικασία εν σειρά
Nachfallen θάμπωμα
nachgelagerte Walze διορθωτικός κύλινδρος
nachgeschaltete Austragschnecke κοχλίας συνεχούς εκφόρτωσης
nachgeschaltete Vorrichtungen eines Kalanders μηχανισμός καλάνδρας
Nachisolierung μόνωση εργοταξίου
Nachkleben παραμένουσα κολλητικότητα
Nachkühler συμπληρωματικός ψυκτήρας
Nachpresse μηχανή επανασυμπίεσης
Nachsäulenderivatisierung παραγωγοποίηση μετά τη στήλη