DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Z   <<  >>
Terms for subject General (24000 entries)
garantiert traditionelle Spezialität Ειδικό Παραδοσιακό Προϊόν Εγγυημένο
garantierte Höchstmenge μέγιστη εγγυημένη ποσότητα
Garderobe βεστιάριο
Garnituren δέρμα βοοειδούς χωρίς τη ράχη
Garten-und Parkabfälleeinschließlich Friedhofsabfälle απόβλητα κήπων και πάρκωνπεριλαμβάνονται και τα απόβλητα νεκροταφείων
Gartenstadt κηπούπολη
Gartenstadt κηπούπολη μικρής κλίμακας
Gartenvorort κηπούπολη μικρής κλίμακας
Gas deutlich schwerer als Luft το αέριο είναι βαρύτερο από τον αέρα
Gas leichter als Luft το αέριο είναι ελαφρύτερο από τον αέρα
Gas mischt sich leicht mit Luft το αέριο αναμειγνύεται καλά με τον αέρα,εύκολα σχηματίζονται εκρηκτικά μείγματα
Gas-Öl-Verhältnis GΟR
Gas/Rauch/Dampf/Aerosol nicht einatmengeeignete Bezeichnung(en)vom Hersteller anzugeben Σ23
Gas/Rauch/Dampf/Aerosol nicht einatmengeeignete Bezeichnung(en)vom Hersteller anzugeben μην αναπνέετε αέρια/καπνούς/ατμούς/εκνεφώματα [ο(οι)κατάλληλος(οι)όρος(οι)να υποδειχθεί(ούν)από τον κατασκευαστή]
Gasblase αεριοκάλυμμα
Gasblase θύλακας αερίου
Gaseinschluss έγκλεισμα αερίου
Gasentnahme δειγματοληψία των καυσαερίων
Gaserzeugungsreaktion αντίδραση κατά την οποία παράγονται αέρια
Gasexplosion έκρηξη αερίου