DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S TV W X Y Z Ä Ö Ü ß   <<  >>
Terms for subject Law (20234 entries)
Bauart τύπος
Bauartgenehmigung ·έγκριση τύπου
Bauartprüfung δοκιμές προτύπου
Bauartprüfung εξέταση προτύπου
Bauartzulassungsprüfung εξέταση για την έγκριση προτύπου ΕΟΚ
Bauberufe επαγγέλματα που αφορούν οικοδομικά έργα
Bauberufe οικοδόμοι
Baubeschränkung περιορισμός
Bauern-Sozialversicherungsgesetz Ομοσπονδιακός Νόμος περί Κοινωνικής Ασφαλίσεως Γεωργών
Bauern-Sozialversicherungsgesetz ομοσπονδιακός νόμος για την κοινωνική ασφάλιση των γεωργών
Baugebot υποχρέωση δόμησης
Baugesetzbuch ομοσπονδιακός οικοδομικός κώδικας
Bauhandlanger βοηθητικό οικοδομικό προσωπικό
Bauhandwerkersicherungshypothek βάρος κατασκευής
Bauhandwerkersicherungshypothek εμπράγματο βάρος κατασκευής
Bauhilfsarbeiter βοηθητικό οικοδομικό προσωπικό
Bauhof εργοτάξιο
Baulehrling μαθητευόμενος οικοδόμος
Bauleiter ανάδοχος
baumweidenfähig δάσος το οποίο δεν υφίσταται ζημιές από τη βόσκηση