DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y   <<  >>
Terms for subject Law (10741 entries)
advokatkår το δικηγορικό σώμα
affärshemlighet βιομηχανικό απόρρητο
affärshemlighet εμπορικό απόρρητο
affärshemlighet επαγγελματικό απόρρητο
affärsledning διεύθυνση των υποθέσεων
affärstransaktion εμπορική πράξη
affischera κοινοποιώ με αφισοκόλληση
affischera κοινοποιώ με τοιχοκόλληση
Afrika söder om Sahara η νοτίως της Σαχάρας Αφρική
ägande ιδιοκτησία/κυριότητα
ägande i nästa led παρεπόμενη συμμετοχή
ägande på lägre nivå παρεπόμενη συμμετοχή
äganderätt δικαίωμα κυριότητος
äganderätt ιδιοκτησία/κυριότητα
äganderätt δικαίωμα ιδιοκτησίας
äganderättshinder βεβαρημένος τίτλος
äganderättshinder τίτλος μη καθαρός
ägarförteckning αρχείο ιδιοκτητών
ägarlägenhet ιδιωτική κατοικία
ägarregister αρχείο ιδιοκτητών