Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
P
R
S
T
U
V
W
X
Y
Z
Ö
<<
>>
Terms for subject
Environment
(12760 entries)
aemnens foerhzzoollande till varandra
συμπεριφορά
(των)
ουσιών
aerob
αεροβίωση
aerob process
αερόβια επεξεργασία
aerob slamstabilisering
αερόβια σταθεροποίηση της λάσπης
aerob slamstabilisering
αερόβιος βιολογικός καθαρισμός
aerob spillvattenbehandling
αερόβια επεξεργασία λυμάτων
aeroba förhållanden
αερόβια συνθήκη
aerobisk
αερόβιος
aerobisk zon
αερόβια περιοχή
aerodynamiskt brus
αεροδυναμικός θόρυβος
aerosol
δοχείο ψεκασμού
aerosolkoncentration
συγκέντρωση αερολύματος
affaerer
επιχείρηση/κερδοσκοπική δραστηριότητα/κλάδος
affär
κατάστημα
affär
συνεργείο
affär
κατάστημα/συνεργείο
(εργοστασίου)
affär
affärer
επιχείρηση
affärer
κερδοσκοπική δραστηριότητα
affärer
κλάδος
Get short URL