Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
R
S
T
U
V
W
Y
<<
>>
Terms for subject
Social science
(1672 entries)
Arbetsmarknadsstyrelsen
Εθνικό Συμβούλιο Αγοράς Εργασίας
arbetsmiljö
χώρος εργασίας; περιβάλλον εργασίας' εργασιακός χώρος
arbetspensionsinrättning
΄Ιδρυμα Συντάξεων Επιτηδεύματος
arbetspensionsinrättning
΄Ιδρυμα Συντάξεων το δικαίωμα στις οποίες θεμελιώνευαι με την απασχόληση
arbetsplats på nivåer över mark- eller golvplan
εξοπλισμός εργασίας σε ύψος
arbetsrotation
εκ περιτροπής απασχόληση ; περιοδική εξωτερική αντικατάσταση καταρτιζομένου προσωπικού
arbetsskadekassan
Ταμείο Επαγγελματικών Ασθενειών
arbetsskadestyrelsen
εθνική υπηρεσία για τα εργατικά ατυχήματα και τις επαγγελματικές ασθένειες
arbetssökande
αιτών εργασία
arbetssökande
ζητών εργασία
arbetstagare som hyrs ut av bemanningsföretag
εργαζόμενος σε εταιρία προσωρινής απασχόλησης
arbetstagare som hyrs ut av bemanningsföretag
προσωρινά απασχολούμενος
arbetsvillkor
όροι εργασίας' συνθήκες εργασίας
årlig rapporteringscykel
ετήσιος κύκλος υποβολής στοιχείων
årsprevalens
Επικράτηση τηε χρήσης τον τελευταίο χρόνο
återkomst
επιστροφή στην οικογενειακή εστία
återsysselsätta den friställda arbetskraften
η επαναπασχόληση του εργατικού δυναμικού που κατέστη διαθέσιμο
återvändande
επιστροφή στην οικογενειακή εστία
åtgärd för att minska
μέτρα αντιμετώπισης της χρήσης ναρκωτικών
åtgärder för att förbättra säkerhet och hälsa på arbetsplatsen för arbetstagare som är gravida, nyligen har fött barn eller ammar
βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, των λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων
Get short URL