DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V WY Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Construction (3863 entries)
utsättning χάραξη επί του εδάφους
utsättning πασσάλωση
utsida på murverk eller snickeriarbete κλίσις τοίχου αντιστηρίξεως
utspetsning συναρμογή
utspridning διάστρωση
utspridningsbredd πλάτος εξάπλωσης
utstakning πασσάλωση
utstakning χάραξη επί του εδάφους
utställningsförfarande διαδικασία επίσημης έγκρισης σχεδίου
uttag av frånluft αναρρόφηση αέρα
uttag av frånluft εξαγωγή αέρα
uttagsbegränsning περιορισμοί
uttömningsficka χοάνη εκκένωσης
utvecklingsområde κέντρο ανάπτυξης
utvecklingsområde πόλος ανάπτυξης
utvidgad pelarfot αμφίπλευρο πέδιλο
vädringslucka αεραγωγός
vägbädd κατώτερο τμήμα της υπόβασης
vägbelysning φωτισμός οδών
vägbelysning δημόσιος φωτισμός