DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V WY Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (6929 entries)
godspump αντλία στερεών υλών
golvtransportör μεταφορέας δαπέδου
göra någonting idiotsäkert διάταξη αλάνθαστης εφαρμογής
göra någonting idiotsäkert σύνδεση μοναδικής προσαρμογής
gradning απόξεση προεξοχών
gränsutlösningsström ρεύμα απελευθερώσεως
gränsutlösningsström ρεύμα απεμπλοκής
granulator κοκκοποιητής,κουφετιέρα
grävmaskinscykel κύκλος εκσκαφής
gripdon αρπάγη
gripdon μονάδα σύλληψης
gripskopa Orange-peel bucket
grov ansatsfil λίμα με τραχειά κόψη
grovmatning πρόωση ξεχονδρίσματος
grovsynkronisering χονδρικός συγχρονισμός
guldpläterad kontakt επίχρυση επαφή
gummitransportband ελαστική μεταφορική ταινία ή ιμάντας
gungande lager σύνδεσμος παλινδρόμησης
gungnav δακτύλιος παλινδρόμησης
gyroturbin γυροσκοπικός ανεμόμυλος