DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V WY Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject Mechanic engineering (6929 entries)
fatpump αντλία για το άδειασμα βαρελιών
feljustera απορρυθμίζω
fibröst isolermaterial ινώδες μονωτικό υλικό
filborste μεταλλική βούρτσα για το καθάρισμα των λιμών
filklove μέγκενη χειρός
filklove μαγκάνι πλάγιας επιφάνειας
filmkylning ψυχόμενος από λεπτή υγρή επίστρωση
filterljus διηθητικό κηρίο
filterljus διηθητικός κύλινδρος
filterpåse φιλτρόσακκος
filtertillbehör εξαρτήματα φίλτρου
fin ansatsfil λίμα ημιμαλακή
fin ansatsfil λίμα φινιρίσματος
fininställningsventil för inkörning till plan vid nedfärd βαλβίδα ρυθμίσεως στάθμης κατά την κίνηση προς τα κάτω
finjustering ρύθμιση ακριβείας
finmatning πρόωση αποπεράτωσης
finvalsverk κυλινδρόμυλοι υψηλής ταχύτητας τελικής επεξεργασίας προïόντος
fiskbensförband διάταξη τύπου ψαροκόκκαλου
fjäderbelastad εφοδιασμένο με ένα ελατήριο επαναφοράς
fjäderbelastat lager έδρανο ελατηρίου