DictionaryForumContacts

   Swedish Greek
A B C D E F G H I J K L M N O PR S T U V W X Y Z Å Ä Ö   <<  >>
Terms for subject General (15285 entries)
fackkompetens τεχνογνωσία
facklig συνδικαλιστικός
fackordbok εξειδικευμένο λεξιλόγιο
fackordbok τεχνικό γλωσσάριο
fackordbok τεχνικό λεξιλόγιο
fackordlista τεχνικό λεξιλόγιο
fackordlista εξειδικευμένο λεξιλόγιο
fackordlista τεχνικό γλωσσάριο
facksektion ειδικευμένο τμήμα
facksektionen för Ekonomiska och monetära unionen, ekonomisk och social sammanhållning ειδικευμένο τμήμα "Οικονομική και Νομισματική Ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή"
facksektionen för inre marknaden, produktion och konsumtion ειδικευμένο τμήμα "Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση"
facksektionen för jordbruk, landsbygdsutveckling och miljö ειδικευμένο τμήμα "Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον"
facksektionen för sysselsättning, sociala frågor och medborgarna ειδικευμένο τμήμα "Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη"
facksektionen för transporter, energi, infrastruktur och informationssamhället ειδικευμένο τμήμα "Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών"
facksektionen för yttre förbindelser ειδικευμένο τμήμα "Εξωτερικές σχέσεις"
facksektionerna får inte höras oberoende av kommittén δεν δύναται να ζητηθεί η γνώμη των ειδικευμένων τμημάτων ανεξαρτήτως της επιτροπής
fackspråk καθομιλούμενη τεχνική γλώσσα
fackterm τεχνικός όρος
fakultativt protokoll προαιρετικό πρωτόκολλο
FAL-formulär έντυπο FAL