Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Swedish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W X Y Z Å Ä Ö
<<
>>
Terms for subject
Patents
(190 entries)
strida mot allmän moral
είμαι αντίθετος προς τα χρηστά ήθη
teknikens ståndpunkt
στάθμη της τεχνικής
tilläggsavgift
πρόσθετα τέλη
tvångslicens
υποχρεωτική άδεια εκμετάλλευσης ; υποχρεωτική άδεια
uppfinningsförmåga
επινοητικότητα
uppfinningsförmåga
εφευρετικότητα
upphovsrättsligt skydd
προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας
utställningsprioritet
προτεραιότητα έκθεσης
välkänt varumärke
σήμα παγκοίνως γνωστό;
vapen
θυρεός
Världsorganisationen för den intellektuella äganderätten
Παγκόσμια Οργάνωση Διανοητικής Ιδιοκτησίας
Världsorganisationen för den intellektuella äganderätten
Παγκόσμια Οργάνωση προστασίας της ιδιοκτησίας επί των έργων της διανοίας
växtförädlarrätt
δικαίωμα επί φυτικής ποικιλίας
växtförädlarrätt
δικαίωμα παραγωγής φυτικής ποικιλίας
Get short URL