DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y   <<  >>
Terms for subject Law (10741 entries)
yrkeskunnig person άνθρωπος του επαγγέλματος
yrkeskunnig person επαγγελματίας
yrkeskunskaper επαγγελματικές γνώσεις
yrkeslärare εκπαιδευτής
yrkesman επαγγελματίας
yrkesman άνθρωπος του επαγγέλματος
yrkesmässig degradering επαγγελματική υποβάθμιση
yrkesmässiga privilegier προνόμια των επαγγελματιών νομικών
yrkesmässiga privilegier απόρρητο της επικοινωνίας μεταξύ δικηγόρων και πελατών
yrkesmässiga privilegier δικηγορικό απόρρητο
yrkesorganisation επαγγελματική τάξη
yrkesregister κατάλογος επαγγελματιών
yrkesregister κατάλογος επαγγελμάτων
yrkessammanslutning συντεχνιακή οργάνωση
yrkesstadga κανονισμός επαγγελμάτων
yrkesstadga κανονισμός περί επιτηδευμάτων
yrkesutbildande gymnasieskola ανώτερη επαγγελματική σχολή
yrkesutbildning επαγγελματική εκπαίδευση
yrkesutbildning för vuxna επαγγελματική εκπαίδευση ενηλίκων
yrkesutbildning för vuxna επαγγελματική κατάρτιση ενηλίκων