DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V X Y   <<  >>
Terms for subject Labor law (879 entries)
tjänsternas antal,avlöning och fördelning ο αριθμός,η αμοιβή και η κατανομή των θέσεων
tjänstgöringsort τόπος διορισμού
tjänstgöringsschema κατανομή υπηρεσίας
toppkoncentration μέγιστη συγκέντρωση
toppkoncentration μέγιστη τιμή
toppvärde μέγιστη τιμή
toppvärde μέγιστη συγκέντρωση
totaltid Συνολικός χρόνος
trädgårdshandske γάντι κηπουρικής
transportekonomi oικovoμική μεταφoρώv
trefingrad arbetshandske τριδάχτυλο εργατικό γάντι
treskiftsarbete εργασία σε τρεις βάρδιες
trötta καταπονώ
trötta ut καταπονώ
tröttande επίπονος
tröttsam επίπονος
tryckdräkt στολή πίεσης
tryckfallsskyddsdräkt συμπιεζόμενη στολή παρατεταμένης διαμονής σε ύψος
tryckluftsmask μη αυτοτελής αναπνευστική συσκευή
tryckluftsmask αναπνευστική συσκευή με προσωπίδα αερογραμμής