DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Construction (3863 entries)
tandad expansionsfog οδοντωτός αρμός διαστολής
tandad trågkant οδοντωτόν χείλος σκάφης
tandemvält οδοστρωτήρας με δύο κυλίνδρους
tänkbart dammläge εξετασθείσα θέση
tappning απόληψη νερού από τον ταμιευτήρα
tät asfalt κλειστό υδρογονανθρακωμένο σκυρόδεμα
tät asfalt πυκνό υδρογονανθρακωμένο σκυρόδεμα
tät asfaltbetong πυκνό ασφαλτόμιγμα
tät asfaltbetong κλειστό υδρογονανθρακωμένο σκυρόδεμα
tät asfaltbetong πυκνό υδρογονανθρακωμένο σκυρόδεμα
tät damm αδιαπέραστον φράγμα
tät fast damm αδιαπέραστον αμετακίνητον φράγμα
tät massiv sluttningsdamm φράγμα βαρύτητος με υδατοστεγείς παρειάς
tät tjärbetong πυκνό πισσούχο ασφαλτόμιγμα
tätkärna αδιαπέρατος πυρήνας
tätkärna πυρήνας
tätklack αντιστήριγμα φράγματος βαρύτητος
tätkrage διάφραγμα ανακοπής της διήθησης
tätningslist μονωτικό κορδόνι αρμού
tätningsmembran στεγανωτική στρώση