DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W Y Z   <<  >>
Terms for subject Health care (5015 entries)
oljelunga πνευμονία εξ εισροφήσεως ελαίου εντός των πνευμόνων
oljeresistent skyddskräm κρέμα μη διαπερατή από έλαια
olycka med dödlig utgång θανατηφόρο ατύχημα
olycka på väg till eller från arbetet ατύχημα διαδρομής
olycka på väg till eller från arbetet ατύχημα κατά τη διαδρομή
olyckas svårighetsgrad σοβαρότητα ατυχήματος
olyckas svårighetsgrad σοβαρότητα τραυματισμού
olycksalstrande orsak τρόπος με τον οποίο προκαλούνται ατυχήματα
olycksbenägenhet προδιάθεση για ατυχήματα
olycksbenägenhet τάση για τη δημιουργία ατυχημάτων
olycksfall i arbetet επαγγελματικό ατύχημα
olycksfallsfrekvens δείκτης συχνότητας
olycksfallsincidens ποσοστό ατυχημάτων
olycksoffer θύμα ατυχήματος
olycksorsak τρόπος με τον οποίο προκαλούνται ατυχήματα
olyckstillbud ατύχημα ελαφράς μορφής
olyckstillbud επιρρέπεια ατυχήματος
omfaloflebit ομφαλοφλεβίτιδα
omgivningsdos δόση περιβάλλοντος
omgivningsdosrat ρυθμός δόσης περιβάλλοντος