DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V X Y   <<  >>
Terms for subject Labor law (879 entries)
otrygghet i anställningen αστάθεια της απασχόλησης
otryggt arbete εργασιακή ανασφάλεια
överlevnadsdräkt προστατευτική στολή
överlevnadsväst γιλέκο επιβίωσης
övertid υπερεργασία
oxygenmask μάσκα οξυγόνου
oxygenmask προσωπίδα οξυγόνου
oxygensystem σύστημα οξυγόνου
påbudsskylt σήμανση που υποδηλώνει υποχρέωση
pannband κεφαλόδεσμος
partiell tryckdräkt στολή μερικής πίεσης
partikelfilter διηθητική προσωπίδα
partikelfilterskydd μάσκα προστασίας της αναπνοής
pendling κίνηση προς και από τον τόπο εργασίας
pensionering συνταξιοδότηση
pensionering χορήγηση σύνταξης
pensionskassa ταμείο σύνταξης
person som nyanställs άτομο σε στάδιο ένταξης
person som vållat en olycka υπαίτιος ατυχήματος
personalens arbetsvillkor συνθήκες εργασίας του προσωπικού