DictionaryForumContacts

   
A B D E F G H I K L M N O P R S T U V Y   <<  >>
Terms for subject Employment (150 entries)
säsongsarbete εποχική απασχόληση
självständig konsult πολυδύναμος εργαζόμενος
sjöfolk ναυτικοί
sjöfolk ναυτιλλόμενοι
skapande av sysselsättning δημιουργία θέσεων εργασίας
social kompetens διαπροσωπικά προσόντα
social revision κοινωνικός έλεγχος
sparplan för anställda πρόγραμμα αποταμιεύσεως εργαζομένων
sysselsättningsinitiativet för unga Πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων
system för aktieägande för de anställda πρόγραμμα συμμετοχής στο κεφάλαιο
tillfällig anställning προσωρινή απασχόληση
tillfällig arbetstagare περιστασιακή εργασία
tillfällighetsarbete ευκαιριακή εργασία
tillfälligt arbete θέση προσωρινής απασχόλησης
tillfälligt kontrakt σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου
tjänstebeteckning θέση
tjänstledighet άδεια μακράς διαρκείας
tjänstledighet άδεια χωρίς αποδοχές
ungdomssysselsättningsinitiativ Πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων
uppsägning på egen begäran παραίτηση κατ' εξαναγκασμό